Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2014

Και ας τρώγωμεν πέτρες…

Του Δρα Γιάννου Χαραλαμπίδη

Σήμερα 15 Ιανουαρίου, κλείνουν 64 χρόνια από την επέτειο του Ενωτικού Δημοψηφίσματος, που αποτελεί, πλέον, αναπόσπαστο κομμάτι της Ιστορίας μας και του ελληνικού Έθνους. Και η μνήμη πρέπει να διατηρείται ζωντανή σε κορυφαία γεγονότα, τα οποία είναι σημαντικό να αναλύονται εξ αποστάσεως και να αξιολογούνται ορθά, ειδικότερα όταν πρεσβεύουν ένα διαχρονικό σύστημα αρχών και αξιών, καθορισμένο παλαιότερα μέσω του ΟΗΕ και σήμερα μέσω της Ε.Ε.

Καθολικό αίτημα

Όλοι, πλην πέντε από τους ψηφίσαντες στους ιερούς ναούς της νήσου, είπαν ναι στην Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Όπως αναφέρεται στην «Ελληνική Κύπρο», το εκφραστικό όργανο της Εθναρχούσας Εκκλησίας της Κύπρου: «Συνολικώς, επί 224.747 Ελλήνων Κυπρίων οίτινες ήταν εγγεγραμμένοι εις τους εκλογικούς καταλόγους και εδικαιούντο να ψηφίσουν εν Κύπρω εψήφισαν, κατά τας μέχρι τούδε πληροφορίας, 215.108. Ήτοι η σημειωθείσα αποχή ήτο 4,27 επί τοις εκατόν. Εκ των 215.108 οίτινες συμμετέσχον του Δημοψηφίσματος, 215.103 εψήφισαν υπέρ της Ενώσεως και 5 εναντίον αυτής. Εναντίον της Ενώσεως εψήφισεν και εις Άγγλος εις Αμμόχωστον. Εκτός τούτων εψήφισαν αυθορμήτως υπέρ της Ενώσεως και αρκετοί Τούρκοι, Αρμένιοι και Καθολικοί Κύπριοι, μολονότι δεν είχαν κληθή προς τούτου και δεν είχον συμπεριληφθή εις τους εκλογικούς καταλόγους».

Και η Αριστερά υπέρ της Ένωσης

Η διοργάνωση του δημοψηφίσματος από την Εθναρχούσα Εκκλησία της Κύπρου είχε την στήριξη όλων, δεξιών, κεντρώων και αριστερών. Στις 11.12. 1949 το εκφραστικό όργανο του ΑΚΕΛ, «Νέος Δημοκράτης», αναφέρει τα εξής: «Το Ενωτικό Δημοψήφισμα της 15ης του Γενάρη είναι η καλύτερη υποστήριξη του υπομνήματος της λαϊκής παράταξης προς τον ΟΗΕ. Όλοι στη μάχη για το δημοψήφισμα. Όλοι με μια φωνή. Ενότητα, συμφιλίωση στην πάλη για την Ένωση. Στις επάλξεις στον αγώνα πιστοί και τίμιοι μαχητές στην υπηρεσία του λαού μας».

Αυτοδιάθεση και το περιβάλλον της εποχής

Το δημοψήφισμα αποτελεί τη γνήσια και άδολη βούληση των Κυπρίων για αυτοδιάθεση, Ένωση, όπως το άρθρο 1, παράγραφος 2 του Χάρτη των Ην. Εθνών αναφέρει. Το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης ήταν και είναι ο κεντρικός πυλώνας επί του οποίου στηρίζεται η Χάρτα των Ην. Εθνών και αφορά στην αξιοπρέπεια και στο δικαίωμα των λαών να αποφασίζουν μόνοι τους, και ελεύθερα, για την τύχη και το μέλλον τους. Είναι γι' αυτό το δικαίωμα που χύθηκε το αίμα των Ελλαδιτών και των Κυπρίων που πολέμησαν στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς και των μαχητών άλλων εθνών. Για να ζει ο κόσμος ελεύθερος.
Οι Έλληνες της Κύπρου είχαν μεν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, το οποίο, όμως, αρνείτο πεισματικά να αποδεχθεί η Βρετανία. Και η νομική τεκμηρίωση του δικαιώματος της αυτοδιάθεση για τους Έλληνες της Κύπρου εδράζεται επί των θεωριών του Τζέλινεκ περί του τι είναι λαός και ποια είναι τα δικαιώματά του, καθώς και από την ίδια την Χάρτα του ΟΗΕ. Ως εκ τούτου, οι Έλληνες της Κύπρου είχαν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης καθότι αποτελούσαν συγκεκριμένο πληθυσμό και λαό, ο οποίος κατοικούσε διαρκώς σε συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο, ενώ από την πλευρά της η Τουρκία με τη Συνθήκη της Λοζάνης είχε παυθεί από κάθε δικαίωμα επί της νήσου.

Άλλωστε και οι ίδιοι οι Άγγλοι θεωρούσαν τους Τουρκοκύπριους ως μειονότητα. Όσον αφορά το πολιτικό και ιστορικό περιβάλλον, ήταν εύφορο ως προς την έγερση και τη διεκδίκηση της αυτοδιάθεσης για τους ακόλουθους λόγους:

1. Το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης ήταν κατοχυρωμένο εντός της Χάρτας του ΟΗΕ, ο οποίος ήταν στα πρώτα στάδια της ζωής του και, ως εκ τούτου, είχε αρκετή επιρροή στο διεθνές σύστημα, καθότι εκτός των άλλων η ανθρωπότητα εξήλθε με εκατόμβες νεκρών, που θυσιάστηκαν για την ελευθερία και τη δημοκρατία.
2. Είχε αρχίσει το ξήλωμα της Βρετανικής Αυτοκρατορίας.
Το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης και η ελευθερία των λαών και ο αγώνας κατά του άξονα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είχαν εμπνεύσει τους υπόδουλους λαούς να εξεγερθούν τις δεκαετίες του '50 και του '60 κατά της αποικιοκρατίας. Συνεπώς, οι Κύπριοι, λόγω της ελληνικής τους ταυτότητας και της ιστορίας που κουβαλούσαν, λόγω του συστήματος αρχών και αξιών τους, το οποίο είχε κρατήσει ζωντανό η Εθναρχούσα Εκκλησία, ουδόλως θα μπορούσαν να απέχουν. Άλλωστε, το δημοψήφισμα ήταν μια ειρηνική δημοκρατική έκφραση, που εν συνεχεία, εφόσον οι Βρετανοί ήταν ανένδοτοι, νομιμοποιούσε από κάθε άποψη τον ένοπλο αγώνα της ΕΟΚΑ, ο οποίος ήταν μονόδρομος.

Η ορθότητα ή όχι της Ένωσης και της ΕΟΚΑ


Βεβαίως εγείρεται σήμερα το ερώτημα εάν ήταν ή όχι ορθός ο αγώνας της ΕΟΚΑ και η Ένωση. Η απάντηση προκύπτει από μια σειρά μεταβλητών που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη για την εξαγωγή συμπερασμάτων. Αυτές οι μεταβλητές κωδικοποιούνται ως εξής:

Πρώτο, η νομική βάση του αγώνα -όπως και η ηθική- ήταν ορθή. Στηριζόταν στην αξιοπρέπεια και την ελευθερία. Και ήταν κατοχυρωμένη στο άρθρο 1, παράγραφος 2 του Χάρτη των Ην. Εθνών για την αυτοδιάθεση των λαών, καθώς και στο Ενωτικό Δημοψήφισμα.

Δεύτερο, οι Βρετανοί είχαν δημοσίως πει το «ουδέποτε» μέσω του Βρετανού Υπουργού των Αποικιών Χένρι Χόπκινσον. Η θέση αυτή δεν είναι τυχαία, αλλά στηρίζεται σε στρατηγικές αποφάσεις που λήφθηκαν μεταξύ της στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας της Βρετανίας και αποτυπώνονται σε δυο συναφή έγραφα της 8ης και της 25ης Μαΐου του 1950. Σε αυτά αναλύεται η γεωστρατηγική και γεωπολιτική σημασία της Κύπρου και γιατί δεν μπορούσε να δοθεί ειρηνικό τω τρόπω στην Ελλάδα.

Είναι λοιπόν μύθος ότι εάν δεν υπήρχε το κόστος που προκάλεσε η ΕΟΚΑ στη Βρετανία διεθνώς και εσωτερικά, θα υπήρχε περίπτωση έστω και κολοβής ανεξαρτησίας. Είναι, δε, δεύτερος μύθος ότι οι προτάσεις των Βρετανών για τη διακοπή του αγώνα συνιστούσαν καλές και υποφερτές διευθετήσεις του Κυπριακού. Εάν κάποιος μελετήσει λεπτομερώς τα κείμενα των σχεδίων Ράντκλιφ και Μακμίλαν, θα διαπιστώσει ότι ουδόλως αποτελούσαν, όπως κάποιοι ισχυρίζονται, χαμένες ευκαιρίες, αφού δεν ήταν τίποτε άλλο από πολιτειακές επιλογές, διά των οποίων αφενός προβλεπόταν ο ενταφιασμός της Ένωσης και, αφετέρου, εγκαθιδρύετο στην Κύπρο διά της αποδοχής των Ελλήνων η «δικτατορία του Βρετανού Κυβερνήτη».
Εκείνο που χρήζει ιδιαίτερης αναφοράς είναι ότι τμήματα των σχεδίων Ράντκλιφ και Μακμίλαν περιλαμβάνονται στο σχέδιο Ανάν, όπως για παράδειγμα:
α) Η τριμελής δικαστική εξουσία, αποτελούμενη από έναν Έλληνα, έναν Τούρκο και έναν ξένο, δηλαδή Βρετανό δικαστή (Σχέδιο Ράντκλιφ).
β) Στο σχέδιο Μακμίλαν, ο μεν Κυβερνήτης θα είχε ρόλο απολύτου άρχοντα, ο οποίος, όπως και στο σχέδιο Ανάν αναφέρεται, θα υποβοηθείτο «από εξαμελές Συμβούλιο (τέσσερις Έλληνες και δυο Τούρκους) που θα ελέγχονταν από τις αντίστοιχες Συνελεύσεις».
Ανάλογη διάταξη υπήρχε και στο σχέδιο Ανάν για το λεγόμενο Προεδρικό Συμβούλιο με την ίδια αναλογία 4 προς 2. Πέραν τούτων, στο σχέδιο Μακμίλαν γίνεται λόγος για «συνεταιρική κυριαρχία» μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας και Βρετανίας. Η περί της συνεταιρικής κυριαρχίας αντίληψη συνιστά τη νομική βάση του σχεδίου Ανάν, αφού στο προοίμιο γινόταν λόγος για μία και ενιαία κυριαρχία, αλλά αυτή η κυριαρχία εν συνεχεία εδιχοτομείτο, αφού καθοριζόταν ότι το νέο πολιτειακό σύστημα της Κύπρου θα προέκυπτε από χωριστά δημοψηφίσματα μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, τα οποία οι Τούρκοι με επιστολή τους προς τον Γ.Γ. του ΟΗΕ ερμήνευαν ως χωριστά δικαιώματα αυτοδιάθεσης.

Τρίτο, το αποικιοκρατικό ρεύμα που επικρατούσε την εποχή εκείνη.

Τέταρτο, η γεωστρατηγική και γεωπολιτική σημασία της Ένωσης ως προκαθορισμένος στόχος, που σήμαινε ότι: α) Η Ελλάδα θα ήλεγχε έναν γεωστρατηγικό - γεωπολιτικό χώρο από τα Βαλκάνια ώς τη Μέση Ανατολή και θα ήταν στην ουσία περιφερειακή δύναμη. β) Η Κύπρος θα ήταν Ελλάδα και, ως εκ τούτου, οποιαδήποτε επίθεση σε βάρος του νησιού θα σήμαινε πόλεμο με την Ελλάδα. Εάν προερχόταν από την Τουρκία θα ισοδυναμούσε με διάλυση της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ, γεγονός που δεν θα επέτρεπαν οι ΗΠΑ κυρίως στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Εν ολίγοις, η ασφάλεια της Κύπρου θα ήταν κάτω από την ομπρέλα της Δύσης, δηλαδή του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ, εφόσον η Ελλάδα ήταν κράτος μέλος της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας. Συνεπώς, ο στόχος της Ένωσης δεν ήταν μόνο συναισθηματικός, αλλά και από την πλευρά της ψυχρής στρατηγικής και δη της ρεαλιστικής σχολής σκέψης των ισοζυγίων δυνάμεων, ορθός.

Η λανθασμένη ανθενωτική πολιτική

ΑΠΟ την άλλη, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι εκείνα τα στοιχεία που θεωρούνταν θετικά για τους Έλληνες σχετικά με την Ένωση, ήταν αρνητικά για τη Βρετανία και την Τουρκία. Υπάρχει λογική, επί τούτων, βάση. Όμως, επειδή υπάρχει η άλλη όψη του νομίσματος, υπογραμμίζουμε τα ακόλουθα:
1) Σε κάθε αγώνα υπάρχει εκ των πραγμάτων σύγκρουση συμφερόντων. Ακόμη και αυτός ο συμβιβασμός προκύπτει μόνο κατόπιν πρόκλησης κόστους του ενός προς τον άλλο. Αλλιώς, όπως και τότε έτσι και σήμερα, εάν η μία εκ των δύο πλευρών δεν έχει διάθεση να διεκδικήσει, καλεί την άλλη για την υπογραφή συνθηκολόγησης.
2) Η Τουρκία, όπως μαρτυρεί ο Νιχάτ Ερίμ, δεν είχε τότε συγκροτημένη πολιτική στο Κυπριακό. Στο παιχνίδι την είχε βάλει η Βρετανία στη λογική της διχοτόμησης, η οποία ήταν ενταγμένη στην πολιτειακή μορφή της ομοσπονδίας από το 1956. Την οποία αφόριζαν απαξάπαντες ως διχοτόμηση και δη το ΑΚΕΛ. Είτε με είτε χωρίς το Ενωτικό Δημοψήφισμα και την ΕΟΚΑ, ούτως ή άλλως, οι Βρετανοί θα έβαζαν τους Τούρκους στο παιχνίδι, καθότι η πολιτική τους στηριζόταν και στηρίζεται στο διαίρει και βασίλευε. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι Έλληνες δεν θα έπρεπε να διεκδικούσαν εκείνο που δικαιούνταν. Πάντως, στα απόρρητα έγραφα των Βρετανών της εποχής δεν αναφέρεται πουθενά ότι οι Ελληνοκύπριοι δεν ήταν η πλειοψηφία και οι Τουρκοκύπριοι η μειοψηφία.
Ούτε προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι οι Έλληνες του νησιού είχαν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, που ήταν συνταυτισμένο με την Ένωση. Εκείνο που τονίζεται στα βρετανικά έγγραφα είναι οι στρατηγικοί και πολιτικοί λόγοι επί τη βάσει των οποίων αρνείτο το Λονδίνο την αυτοδιάθεση. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί το εξής: Η Βρετανία επιδίωξε να συνταυτίσει την ανθενωτική της πολιτική με τα κοινά συμφέροντα που είχε με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
Εκ των πραγμάτων, όμως, η πολιτική αυτή αποδείχθηκε λανθασμένη, διότι κατά τη δεκαετία του '60 ώς τα μέσα του '70, μέχρι δηλαδή που έγινε η εισβολή στη Κύπρο το 1974 (ακόμη και αργότερα), η νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ απειλείτο να τιναχθεί στον αέρα ως αποτέλεσμα ελληνοτουρκικής σύρραξης. Αντιθέτως, με την Ένωση και τις εγγυήσεις του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ, η κατάσταση θα ήταν εντελώς διαφορετική. Και, προφανώς, είναι αυτό που αντιλήφθηκαν οι Αμερικανοί στα μέσα της δεκαετίας του '60, όταν το καλοκαίρι του '64 προχώρησαν στα αμφιλεγόμενα ως προς το περιεχόμενό τους σχέδια Άτσεσον.

Το Δόγμα και η Ε.Ε.

Το Ενωτικό Δημοψήφισμα έχει έναν διαχρονικά δημοκρατικό, ηθικό και γεωστρατηγικό - γεωπολιτκό χαρακτήρα. Το ήθος, η αξιοπρέπεια και η ανιδιοτέλειά του καθώς και η αγάπη προς την πατρίδα αποτυπώνονται στο λαϊκό ποίημα: «Να βοηθήσει ο Θεός στην μάνα μας να πάμεν τζιαι τρώμεν πέτρες του βουνού αν δεν έσιει να φάμεν». Εκείνο που έλειπε στη διεκδίκηση της Ένωσης -η οποία μπορεί να λάβει διάφορες μορφές και προφανώς είναι αυτό που φοβούνται ανέκαθεν, τόσο η Βρετανία όσο και η Τουρκία- δεν ήταν ο πατριωτισμός, αλλά η έλλειψη στρατηγικής. Απόδειξη τούτου, είναι ότι:
Πρώτο, το γεωστρατηγικό-γεωπολιτικό, αλλά και πολιτικό, θεσμικό σκέλος της Ένωσης επανήλθε αρχικώς με το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου και εν συνεχεία μερικώς με την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. Τι ήταν το Δόγμα; Ήταν η σύζευξη, όπως πρώτος τόνισε ο καθηγητής Παναγιώτης Ήφαιστος, του γεωπολιτικού και γεωστρατηγικού χώρου της Κύπρου με την Ελλάδα για λόγους ασφάλειας και εξισορρόπησης των ανισοζυγίων δυνάμεων στην πρακτική της αποτροπής των τουρκικών απειλών και της δημιουργίας συνθηκών για τη διεκδίκηση δημοκρατικής και βιώσιμης λύσης στο Κυπριακό.

Από την ασφάλεια το Δόγμα είχε περάσει και σε άλλους τομείς, όπως ο πολιτισμός, η οικονομία, το εμπόριο κλπ. Ήταν μια μορφή οιονεί Ένωσης στη λογική της συνομοσπονδίας κρατών. Το Δόγμα τινάχθηκε στον αέρα υπό το πρόσχημα της ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε. Ποιας, όμως, Κύπρου; Όχι πάντως του ενιαίου κράτους της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά των συνιστώντων κρατών του σχεδίου Ανάν, όπως το είχαν σχεδιάσει Βρετανοί και Τούρκοι στο πλαίσιο της διχοτόμησης και της ομοσπονδίας.
Η Τουρκία ήθελε να ενταχθεί πρόωρα στην Ε.Ε. μέσω του τουρκοκυπριακού συνιστώντος κράτους και η Βρετανία να αποτρέψει την παρουσία δυο ελληνικών κρατών στην Ε.Ε. Ακόμη και χωρίς το Δόγμα, η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. έφερε την Κύπρο και την Ελλάδα στους ίδιους θεσμούς και στα ίδια κοινοβουλευτικά έδρανα των Βρυξελλών επί ενός συστήματος αρχών και αξιών ανάλογου, αν όχι ταυτόσημου, με εκείνο που πηγάζει από το Ενωτικό Δημοψήφισμα και αφορά στην αρχή της ελευθερίας, της αξιοπρέπειας και των δημοκρατικών θεσμών όπως είναι κατοχυρωμένα στη Χάρτα των Ην. Εθνών και σε άλλες Διεθνείς Συμβάσεις.

Νέα σύζευξη και συμφέροντα

ΣΗΜΕΡΑ η γεωστρατηγική σύζευξη λαμβάνει νέα διάσταση στον ενιαίο χώρο από τα Βαλκάνια ώς τη Μέση Ανατολή με ηθικό, πολιτικό και γεωστρατηγικό περιεχόμενο, εφόσον μια τέτοια συμμαχία θα δημιουργήσει μια τριμερή περιφερειακή δύναμη μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ με αποτρεπτικό ως προς την τουρκική απειλή χαρακτήρα. Και με στόχο την προστασία των κοινών εθνικών και ευρωπαϊκών ακόμη και αμερικανικών, γαλλικών και ιταλικών συμφερόντων λόγω Noble, ENI και Total, καθώς και την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου και δη της θάλασσας.
Και κατ' επέκτασιν την ασφαλή εκμετάλλευση του φυσικού αερίου. Η ίδια η Τουρκία τάσσεται εναντίον μιας τέτοιας εξέλιξης, διότι όπως ισχυρίζεται, η περιοχή από Αιγαίο ώς την ΑΟΖ του Ισραήλ, μετατρέπεται σε ελληνική θαλάσσια και ενεργειακή λίμνη. Και, ως εκ τούτου, ανατρέπεται η δική της αναθεωρητική πολιτική, που στοχεύει στη διχοτόμηση του Αιγαίου και σε μια λύση του Κυπριακού στο πλαίσιο της ομοσπονδίας, που θα τριχοτομεί την κυπριακή ΑΟΖ μεταξύ της ίδιας και των δυο εν Κύπρω συνιστώντων κρατών, καθιστώντας έτσι την περιοχή από την Μαρμαρίδα ώς την Αλεξανδρέττα τουρκική λίμνη με νόμιμη σφραγίδα.
Είναι, μάλιστα, πρόδηλο ότι με τον τρόπο αυτό ακυρώνεται η λογική περί της τριμερούς περιφερειακής συμμαχίας (Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ), ενώ την ίδια στιγμή η Τουρκία ενισχύει τον ρόλο της ως περιφερειακή δύναμη εντασσόμενη στην Ε.Ε. μέσω ψευδοκράτους, το οποίο θα αναγνωριστεί ως νόμιμο τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος, εξουδετερώνοντας έτσι τα ψηφίσματα 541 και 550, που το θεωρούν μη ισχύον και τα οποία θέλουμε να γίνουν σεβαστά από την τουρκική πλευρά στο κοινό ανακοινωθέν επανέναρξης συνομιλιών.
Πρόκειται, δηλαδή, για επαναφορά των τουρκικών και βρετανικών στόχων, όπως αυτοί αποτυπώνονταν, επί του σχεδίου Ανάν. Εκεί που είχαμε πρόβλημα και πάσχουμε ακόμη, είναι στον καθορισμό στόχων για την εξυπηρέτηση του εθνικού συμφέροντος και για τη χάραξη στρατηγικής, η οποία εξελίσσεται σε αχίλλειο πτέρνα. Γίνεται, δε, κατανοητό ότι εάν σήμερα γίνει η στρατηγική σύζευξη με την Ελλάδα και το Ισραήλ, θα δημιουργηθούν συνθήκες ασφάλειας, ανάπτυξης και ευημερίας λόγω φυσικού αερίου, πράγμα που σημαίνει ότι θα πάμεν μεν στην μάνα μας, χωρίς, όμως, αυτήν τη φορά να τρώγωμεν πέτρες… Στη διπλωματία δεν υπάρχουν εφικτοί και ανέφικτοι στόχοι. Η τέχνη της διπλωματίας δεν είναι να καθιστά κάποιος τους εφικτούς στόχους ανέφικτους, αλλά εκείνους που θεωρητικά μοιάζουν ανέφικτοι να τους καθιστά εφικτούς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου